Αντιμέτωποι με βαριές κατηγορίες είναι τρεις ειδικοί φρουροί και
ένας αστυφύλακας, οι οποίοι διώκονται για ανθρωποκτονία από αμέλεια. Το
Μάιο του 2008 οι ειδικοί φρουροί και ο αστυφύλακας επιχείρησαν να
συλλάβουν τον 24χρονο φοιτητή της αρχιτεκτονικής και πρωταθλητή της
κολύμβησης Νικόλαο Σακελίωνα, στη συμβολή των οδών Αναξαγόρα και
Σωκράτους. Ο νεαρός όμως έκανε το λάθος να αντισταθεί.
Όπως δημοσιεύει το «Έθνος» σύμφωνα όμως με το κατηγορητήριο «... παρότι, αντελήφθησαν ότι αυτός προσπαθούσε να........
καταπιεί σακούλα, που περιείχε ποσότητα ηρωίνης... με σκοπό να εξαφανίσει το μεγαλύτερο μέρος των ναρκωτικών ουσιών που κατείχε, επιδεικνύοντας αμελή συμπεριφορά, συνέχισαν να επιχειρούν να κάμψουν την αντίσταση αυτού, χωρίς να αντιληφθούν έγκαιρα ότι αυτός δεν μπορούσε να αναπνεύσει και πνιγόταν, επειδή η σακούλα με τις ναρκωτικές ουσίες είχε σφηνωθεί στον λάρυγγά του, με αποτέλεσμα να επέλθει ο θάνατός του...».
Η υπόθεση έφτασε στη Δικαιοσύνη, μέσα από τις προσπάθειες που κατέβαλε ο πατέρας του θύματος, Δημήτρης Σακελίων. Έφτασε στο σημείο ακόμα και να αναρτήσει στον τόπο του συμβάντος αφίσα, προσφέροντας αμοιβή σε όποιον έδινε πληροφορίες. Λίγο αργότερα εμφανίστηκε κάτοικος της περιοχής, που έδωσε βίντεο, ενώ διέψευσε τους αστυνομικούς καθώς υποστήριξε ότι «...του έκαναν κεφαλοκλείδωμα και τον κτύπησαν με γροθιές στο κεφάλι, για να σταματήσει... ενώ αυτός κραύγαζε και αντιδρούσε... και μετά από δύο λεπτά κατέρρευσε...»
Σύμφωνα με τη δικογραφία, οι δύο από τους τέσσερις αστυνομικούς δήλωσαν αρχικά στην υπηρεσία τους ότι, διερχόμενοι από το σημείο εκείνο βρήκαν τον νεαρό άνδρα σε κώμα στο έδαφος και κάλεσαν το ΕΚΑΒ, ενώ επανέλαβαν τους ψευδείς ισχυρισμούς τους όταν κλήθηκαν και κατέθεσαν ενόρκως στην υπηρεσία τους, στη διάρκεια ένορκης διοικητικής εξέτασης που ακολούθησε.
Αναφέρεται σχετικά στο κατηγορητήριο «...κατέθεσαν εν γνώσει τους ψέματα και απέκρυψαν την αλήθεια... ότι, κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας τους, βρήκαν τον νεαρό λιπόθυμο και να βγάζει αφρούς από το στόμα, χωρίς να γνωρίζουν την αιτία, ενώ αληθές είναι ότι... επιχείρησαν να τον συλλάβουν, ενώ αυτός πρόβαλε σθεναρή αντίσταση...»
Η κατάθεση του μάρτυρα, καταπέλτης για τους αστυνομικούς
Η κατάθεση του αυτόπτη μάρτυρα που εκθέτει τους αστυνομικούς, αναφέρει:
«... Γύρω στις 5 το απόγευμα, καθώς δούλευα... άκουσα πολύ δυνατές φωνές, που θα μπορούσα να χαρακτηρίσω άναρθρες κραυγές, και πήγα στο παράθυρο του γραφείου... είδα έναν μεγαλόσωμο άνδρα, νέο στην ηλικία, τον οποίον είχαν πιάσει οι ειδικοί φρουροί και του είχαν περάσει χειροπέδες (στην πλάτη) και τον τράβαγαν... ενώ αυτός κραύγαζε και αντιδρούσε, χωρίς να καταλαβαίνω τι έλεγε. Η μπλούζα του ήταν σχισμένη στον λαιμό από τα τραβήγματα... του έκαναν κεφαλοκλείδωμα και τον κτύπησαν με γροθιές στο κεφάλι για να σταματήσει, ενώ φορούσε τις χειροπέδες. Μετά από δύο λεπτά, ο άνδρας κατέρρευσε. Οι αστυνομικοί που δεν κατάλαβαν ότι κάτι συνέβαινε, συνέχισαν να τον χτυπάνε και άρχισαν να τον σέρνουν... Τον έσυραν έτσι 7-8 μέτρα. Εκεί κατάλαβαν ότι μάλλον είχε πάθει κάτι και σταμάτησαν να τον σέρνουν και μάλλον ειδοποίησαν, όπως κατάλαβα, ασθενοφόρο. Με συγκλόνισε ότι για αρκετή ώρα είχαν αφήσει το παλικάρι σε αυτή την κατάσταση, διπλωμένο στα γόνατα, με τις χειροπέδες πίσω στην πλάτη και το κεφάλι του να ακουμπά στην άσφαλτο, ενώ φαινόταν να μην έχει πια τις αισθήσεις του. Κάποια στιγμή το σώμα του άντρα απλώθηκε στην άσφαλτο σε στάση μπρούμυτα και παρέμεινε εκεί με τα χέρια πάντα δεμένα στην πλάτη...».
Όπως δημοσιεύει το «Έθνος» σύμφωνα όμως με το κατηγορητήριο «... παρότι, αντελήφθησαν ότι αυτός προσπαθούσε να........
καταπιεί σακούλα, που περιείχε ποσότητα ηρωίνης... με σκοπό να εξαφανίσει το μεγαλύτερο μέρος των ναρκωτικών ουσιών που κατείχε, επιδεικνύοντας αμελή συμπεριφορά, συνέχισαν να επιχειρούν να κάμψουν την αντίσταση αυτού, χωρίς να αντιληφθούν έγκαιρα ότι αυτός δεν μπορούσε να αναπνεύσει και πνιγόταν, επειδή η σακούλα με τις ναρκωτικές ουσίες είχε σφηνωθεί στον λάρυγγά του, με αποτέλεσμα να επέλθει ο θάνατός του...».
Η υπόθεση έφτασε στη Δικαιοσύνη, μέσα από τις προσπάθειες που κατέβαλε ο πατέρας του θύματος, Δημήτρης Σακελίων. Έφτασε στο σημείο ακόμα και να αναρτήσει στον τόπο του συμβάντος αφίσα, προσφέροντας αμοιβή σε όποιον έδινε πληροφορίες. Λίγο αργότερα εμφανίστηκε κάτοικος της περιοχής, που έδωσε βίντεο, ενώ διέψευσε τους αστυνομικούς καθώς υποστήριξε ότι «...του έκαναν κεφαλοκλείδωμα και τον κτύπησαν με γροθιές στο κεφάλι, για να σταματήσει... ενώ αυτός κραύγαζε και αντιδρούσε... και μετά από δύο λεπτά κατέρρευσε...»
Σύμφωνα με τη δικογραφία, οι δύο από τους τέσσερις αστυνομικούς δήλωσαν αρχικά στην υπηρεσία τους ότι, διερχόμενοι από το σημείο εκείνο βρήκαν τον νεαρό άνδρα σε κώμα στο έδαφος και κάλεσαν το ΕΚΑΒ, ενώ επανέλαβαν τους ψευδείς ισχυρισμούς τους όταν κλήθηκαν και κατέθεσαν ενόρκως στην υπηρεσία τους, στη διάρκεια ένορκης διοικητικής εξέτασης που ακολούθησε.
Αναφέρεται σχετικά στο κατηγορητήριο «...κατέθεσαν εν γνώσει τους ψέματα και απέκρυψαν την αλήθεια... ότι, κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας τους, βρήκαν τον νεαρό λιπόθυμο και να βγάζει αφρούς από το στόμα, χωρίς να γνωρίζουν την αιτία, ενώ αληθές είναι ότι... επιχείρησαν να τον συλλάβουν, ενώ αυτός πρόβαλε σθεναρή αντίσταση...»
Η κατάθεση του μάρτυρα, καταπέλτης για τους αστυνομικούς
Η κατάθεση του αυτόπτη μάρτυρα που εκθέτει τους αστυνομικούς, αναφέρει:
«... Γύρω στις 5 το απόγευμα, καθώς δούλευα... άκουσα πολύ δυνατές φωνές, που θα μπορούσα να χαρακτηρίσω άναρθρες κραυγές, και πήγα στο παράθυρο του γραφείου... είδα έναν μεγαλόσωμο άνδρα, νέο στην ηλικία, τον οποίον είχαν πιάσει οι ειδικοί φρουροί και του είχαν περάσει χειροπέδες (στην πλάτη) και τον τράβαγαν... ενώ αυτός κραύγαζε και αντιδρούσε, χωρίς να καταλαβαίνω τι έλεγε. Η μπλούζα του ήταν σχισμένη στον λαιμό από τα τραβήγματα... του έκαναν κεφαλοκλείδωμα και τον κτύπησαν με γροθιές στο κεφάλι για να σταματήσει, ενώ φορούσε τις χειροπέδες. Μετά από δύο λεπτά, ο άνδρας κατέρρευσε. Οι αστυνομικοί που δεν κατάλαβαν ότι κάτι συνέβαινε, συνέχισαν να τον χτυπάνε και άρχισαν να τον σέρνουν... Τον έσυραν έτσι 7-8 μέτρα. Εκεί κατάλαβαν ότι μάλλον είχε πάθει κάτι και σταμάτησαν να τον σέρνουν και μάλλον ειδοποίησαν, όπως κατάλαβα, ασθενοφόρο. Με συγκλόνισε ότι για αρκετή ώρα είχαν αφήσει το παλικάρι σε αυτή την κατάσταση, διπλωμένο στα γόνατα, με τις χειροπέδες πίσω στην πλάτη και το κεφάλι του να ακουμπά στην άσφαλτο, ενώ φαινόταν να μην έχει πια τις αισθήσεις του. Κάποια στιγμή το σώμα του άντρα απλώθηκε στην άσφαλτο σε στάση μπρούμυτα και παρέμεινε εκεί με τα χέρια πάντα δεμένα στην πλάτη...».